Ν. Δένδιας: Η Ελλάδα γέφυρα μεταξύ της Βορειοανατολικής Αφρικής και της Ευρώπης

Η Ελλάδα θεωρεί τον εαυτό της γέφυρα, γέφυρα μεταξύ της Βορειοανατολικής Αφρικής και της Ευρώπης. Και τα Βαλκάνια αποτελούν ακριβώς την προέκταση αυτής της γέφυρας προς τον Βορρά. Αυτός ο ρόλος μας δεν θα πρέπει να λησμονείται».

Αυτό τόνισε ο υπουργός Εθνικής Άμυνας Νίκος Δένδιας σε χαιρετισμό του, σήμερα, Πέμπτη 28 Νοεμβρίου, στην έναρξη των εργασιών της διεθνούς ημερίδας που διοργάνωσε η Γενική Διεύθυνση Πολιτικής Εθνικής ‘Αμυνας και Διεθνών Σχέσεων (ΓΔΠΕΑΔΣ) στη Λέσχη Αξιωματικών Ενόπλων Δυνάμεων (ΛΑΕΔ) υπό τον τίτλο «Τα Δυτικά Βαλκάνια στο υφιστάμενο πλαίσιο προκλήσεων και απειλών ασφαλείας» (“Western Balkans in the CurrentContext of Security Challenges and Threads”).

Ο υπουργός Εθνικής Άμυνας διευκρίνισε ότι η Ελλάδα «αποτελεί γέφυρα, αλλά μπορεί να έχει και τον ρόλο του αναχώματος. Ενός αναχώματος στην ισλαμική ριζοσπαστικοποίηση και τρομοκρατία».

Ξεκαθάρισε, δε, ότι «υπήρξαν πολλοί εθελοντές από τις διεθνείς κοινότητες των Βαλκανίων στον ISIS», ωστόσο, «ούτε ένας δεν προήλθε από τη μουσουλμανική κοινότητα της Δυτικής Θράκης της Ελλάδας».

«Και είμαστε», πρόσθεσε, «πολύ υπερήφανοι γι’ αυτό. Η μουσουλμανική μειονότητα της Δυτικής Θράκης δεν έδωσε ούτε έναν εθελοντή σε ριζοσπαστική ομάδα».

Παρόντες ήταν ο Ειδικός Αντιπρόσωπος της Ε.Ε. για το διάλογο Βελιγραδίου – Πρίστινας και άλλα περιφερειακά ζητήματα των Δυτικών Βαλκανίων Μίροσλαβ Λάιτσακ, ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ στρατηγός Δημήτριος Χούπης, ο γενικός γραμματέας και διευθυντής Αμυντικής Πολιτικής του υπουργείου Άμυνας της Αυστριακής Δημοκρατίας Δρ. ‘Αρνολντ Κάμελ, ο Μόνιμος Αντιπρόσωπος της Ελλάδος στην Ε.Ε. πρέσβυς Ιωάννης Βράιλας, ο Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας Δρ. Αθανάσιος Ντόκος και ο γενικός διευθυντής Πολιτικής Εθνικής Άμυνας και Διεθνών Σχέσεων του υπουργείου Εθνικής Άμυνας πρέσβυς ε.τ. Μιχαήλ Σπινέλλης.

Στην εκδήλωση παρευρέθησαν ακόμα ακαδημαϊκοί, ανώτατοι και ανώτεροι αξιωματικοί, διπλωμάτες, πρέσβεις ε.τ., αναλυτές στρατηγικής, δημοσιογράφοι κ.ά. .

«Είναι εύκολο να υποτιμηθούν οι πιθανές προκλήσεις στα Βαλκάνια λόγω των δύο πολέμων σε Βορρά και Νότο. Ωστόσο, ανά τους αιώνες, τα Βαλκάνια έχει αποδειχθεί ότι αποτελούν δύναμη για ολόκληρο τον κόσμο» υπογράμμισε ο κ. Δένδιας.

«Εάν θέλουμε να δημιουργήσουμε ένα σταθερό σύστημα στην Ευρώπη, την ευρωπαϊκή ήπειρο, δεν μπορούμε να επιτρέψουμε να υπάρχουν «μαύρες τρύπες» σε αυτό το σύστημα» ξεκαθάρισε.

«Για αιώνες τώρα», συνέχισε, «τα Δυτικά Βαλκάνια υπήρξαν εστία γεωπολιτικού ενδιαφέροντος και διαμορφώθηκαν από ένα ιδιαίτερα σύνθετο μωσαϊκό ιστορίας, πολιτισμού και κοινωνικοπολιτικών δυναμικών».

«Είναι», συμπλήρωσε, «επιτακτική ανάγκη να ενώσουμε τους πόρους μας. Να ενώσουμε διανοούμενους, φορείς διαμόρφωσης πολιτικής, ειδικούς, επαγγελματίες, σε συνεργασία με τις τοπικές κοινωνίες, για την ανάπτυξη ολοκληρωμένων απαντήσεων σε αυτές τις προκλήσεις».

«Πρέπει να καλλιεργήσουμε την ανθεκτικότητα στην πολιτική αστάθεια, τη διαφθορά, η οποία μερικές φορές είναι ενδημική, το αδύναμο θεσμικό πλαίσιο, τις εθνοτικές εντάσεις, τη ριζοσπαστικοποίηση, το οργανωμένο έγκλημα, τη διακίνηση ναρκωτικών, το trafficking και ό,τι άλλο μας περιτριγυρίζει» επισήμανε.

Και πρόσθεσε: «Μαγικές λύσεις δεν υπάρχουν, αλλά η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα μπορούσε να αποτελέσει καίρια καμπή για την αντιμετώπιση στον μέγιστο βαθμό των συνολικών προκλήσεων ασφαλείας στα Δυτικά Βαλκάνια».

«Η δέσμευση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην ένταξη αυτών των χωρών είναι το πλέον απαραίτητο γεγονός για μακροπρόθεσμη ειρήνη, σταθερότητα και ευημερία. Παρόλα αυτά, η τελμάτωση, η εμφανής τελμάτωση της διαδικασίας διεύρυνσης έχει μειώσει την αξιοπιστία του ευρωπαϊκού ονείρου, επιτρέποντας – φοβάμαι – σε εξωτερικούς παράγοντες να αποκτήσουν επιρροή στις κοινωνίες, ειδικά των Δυτικών Βαλκανίων» διευκρίνισε, όπως σημειώνει το Αθηναϊκό- Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.

«Η Ελλάδα υπήρξε ανέκαθεν ο μεγαλύτερος υποστηρικτής της ένταξης των Δυτικών Βαλκανίων στην ευρωπαϊκή οικογένεια» τόνισε.

«Η προσέγγιση της Ελλάδας», συνέχισε, «για το μέλλον των Δυτικών Βαλκανίων δεν έχει αλλάξει. Και αποδεχόμαστε και συνειδητοποιούμε ότι έχουμε να διαδραματίσουμε σημαντικό ρόλο ως η παλαιότερη χώρα στην περιοχή που συμμετέχει στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ. Και παραδεχόμαστε ότι θα πρέπει να επικεντρωθούμε ακόμα περισσότερο στα Δυτικά Βαλκάνια. Και αυτόν τον ρόλο η Ελλάδα θα πρέπει να τον διαδραματίσει τώρα. Όχι αύριο, ούτε μεθαύριο. Τώρα».

«Αλλά», ανέφερε, «υπάρχουν πάντα κάποια προαπαιτούμενα. Πρέπει να μιλήσουμε ανοιχτά και ειλικρινά στις κυβερνήσεις και τις κοινωνίες των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων. Πρέπει να τους πούμε ότι αυτός ο δρόμος προς το κοινό ευρωπαϊκό όνειρο περνάει από πύλες. Και οι πύλες αυτές είναι το Διεθνές Δίκαιο, οι Συνθήκες που έχουν υπογραφεί και οι σχέσεις καλής γειτονίας, καθώς και ο σεβασμός του κράτους δικαίου. Θα πρέπει να περάσουν από αυτές τις πύλες. Και αυτό πρέπει να το κάνουν, όχι λόγω της Ελλάδας ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή των Ηνωμένων Εθνών. Πρέπει να το κάνουν γιατί είναι προς όφελος των κοινωνιών τους, είναι προς όφελος των λαών. Είναι ακριβώς αυτό που οραματιζόμαστε ως ένα καλύτερο μέλλον για κάθε πολίτη των Δυτικών Βαλκανίων».

Αναφερόμενος στον υπουργικό του ρόλο υπογράμμισε: «Επιδιώκουμε συνεχώς πολιτικές που στοχεύουν στη βελτίωση των στρατιωτικών σχέσεων με τα Δυτικά Βαλκάνια μέσω διμερών συμφωνιών, κοινών στρατιωτικών ασκήσεων και συμμετοχών σε περιφερειακές πρωτοβουλίες ασφαλείας.

Συμμετέχουμε όπως γνωρίζετε στην KFOR. Συμμετέχουμε στην Επιχείρηση Althea στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη. Πραγματοποιούμε εδώ και πολλά χρόνια την επιτήρηση του εναέριου χώρου των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων. Έχουμε συνάψει πολυάριθμες διμερείς συμφωνίες στους τομείς της στρατιωτικής συνεργασίας και άμυνας με την Αλβανία, το Μαυροβούνιο και τη Σερβία».

«Σκοπός μας», συμπλήρωσε, «είναι η περαιτέρω βελτίωση των αμυντικών μας σχέσεων, καθώς πιστεύουμε ότι είναι κάτι που βοηθά στη σταθερότητα της περιοχής μας»

Επανέλαβε ότι «βρίσκεται σε εξέλιξη η μεγαλύτερη μεταρρύθμιση των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων στην ιστορία. Αυτό που αποκαλούμε Ατζέντα 2030» ενώ για την ημερίδα είπε ότι «είναι μια ευκαιρία να συζητηθούν βιώσιμες απαντήσεις και να αντιμετωπιστούν οι ιδιαίτερα πιεστικές προκλήσεις του σήμερα, αλλά και να τεθούν τα θεμέλια που θα επιτρέψουν να οραματιστούμε ένα πιο ασφαλές μέλλον με περισσότερη ευημερία για τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων και πέραν αυτών».